25 August 2020

Η πανδημία και η σουηδική τραγωδία

Tο παρακάτω άρθρο: Κάνει μία εξαιρετική περιγραφή του πως λειτουργεί το Σουηδικό Κράτος και εξηγεί πράγματα που δεν τα ξέρει ούτε ο μέσος Σουηδός (αυτός είναι και ο λόγος που το βάζω στο blog μου).  Έχει όμως, κατά την γνώμη μου, άκυρο τίτλο και καταλήγει σε λάθος Ιατρικά συμπεράσματα. 

Όσον αφορά την πανδημία του Κοροναϊού η κάθε χώρα θα κάνει τελικό "ταμείο" σε περίπου 3 χρόνια από τώρα. Πάντα βέβαια θα υπάρχουν και αβεβαιότητες π.χ. πόσο αξιόπιστες είναι οι στατιστικές της. Και βέβαια είναι σχεδόν αδύνατον να συγκρίνει κανείς την μια χώρα με την άλλη. (Π.χ. η Καβάλα σε καραντίνα μου θύμιζε πολύ πως ήταν χωρίς καραντίνα η περίπου ομοίου πληθυσμού Σουηδική πόλη Växjö στην οποία είχα ζήσει μερικά χρόνια πριν. Επίσης δεν συγκρίνεται η πληθώρα των Γηροκομείων της Σουηδίας με τα σαφώς λιγότερα Ελληνικά Γηροκομεία. Ούτε συγκρίνεται ο χειμώνας της Σουηδίας με τον χειμώνα της Ελλάδας).


Αργύρης Αργυρίου

Γενικός - Οικογενειακός Ιατρός

www.argiriou.se



27-06-2020 www.metarithmisi.gr

Του Φώτη Θεοδωρίδη και του Μιχάλη Κυριακίδη.

Ο Φώτης Θεοδωρίδης είναι καθηγητής στον τομέα οργάνωσης και διοίκησης του Νότιου Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης (Södertörns högskola). Ο Μιχάλης Κυριακίδης είναι δημοσιογράφος, διευθυντής σύνταξης της «Μ»


Με 5.000 νεκρούς, από τους οποίους 50% περίπου στο σύστημα φροντίδας ηλικιωμένων (25% σε γηροκομεία και 25% σε βοήθεια στο σπίτι), δεν μπορούμε παρά να μιλάμε για αποτυχία της σουηδικής στρατηγικής αντιμετώπισης της επιδημίας του κορωνοϊού. Η σουηδική κυβέρνηση συνεχίζει να το αρνείται, αλλά η συζήτηση για τα αίτιά της έχει ήδη αρχίσει στη Σουηδία.


Σε ένα πρώτο επίπεδο, το λάθος μπορεί να εντοπιστεί στην ίδια τη στρατηγική: To ότι έθεσε κανόνες συμπεριφοράς των πολιτών, περίπου όπως όλες οι άλλες χώρες, χωρίς όμως αυστηρά μέτρα επιτήρησης και τιμωρίας, ελπίζοντας στην αυτοπειθαρχία των πολιτών – αυτό που τελικά κάνει σήμερα όλη η Ευρώπη – αλλά και σε μια μη ομολογούμενη προσδοκία ανώδυνης εξάπλωσης του ιού που θα οδηγούσε στην «ανοσία της αγέλης».

Η ίδια η κυβέρνηση εντοπίζει τα λάθη σε κάποιες άστοχες αρχικές επιλογές (επέτρεψε ταξίδια χειμερινών διακοπών σε Ιταλία και Αυστρία και δεν έλεγξε επαρκώς τους επιστρέφοντες, οι οποίοι μάλιστα μολύνοντας τους οδηγούς ταξί μετέδωσαν τον ιό και στις μεταναστευτικές συνοικίες της Στοκχόλμης) και στο ότι δεν γνώριζε, από την μια, τις ελλείψεις αποθεμάτων υγειονομικού υλικού (αναπνευστήρες, μάσκες, αντισηπτικά, φάρμακα, κτλ.) και, από την άλλη, τα προβλήματα οργάνωσης του συστήματος φροντίδας ηλικιωμένων.


Παράδοξο επιχείρημα, διότι αναγνωρίζει πως η στρατηγική στηρίχθηκε σε ελλιπή γνώση. Τελικά βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα είτε να κατευθύνει το περιορισμένο υγειονομικό υλικό προς τα νοσοκομεία, είτε προς το σύστημα φροντίδας ηλικιωμένων, επιλέγοντας βέβαια τα πρώτα. Γιατί όμως αυτές οι ελλείψεις αποθεμάτων και γιατί αυτά τα προβλήματα οργάνωσης;


Η αρθρογράφος Ewa Stenberg, της μεγαλύτερης πρωινής εφημερίδας Dagens Nyheter, αναζητά την πηγή των λαθών στην ίδια την αποκεντρωμένη δομή οργάνωσης του σουηδικού κράτους. Από τη μια πλευρά, μια προηγμένη μορφή πρώτου (δήμοι) και δεύτερου (περιφέρειες) βαθμού αυτοδιοίκησης, όπου κάθε δήμος ορίζει την δική του φορολογία (η οποία αποτελεί και την κύρια φορολογία στην Σουηδία). Από την άλλη, οι περιορισμένες εξουσίες των υπουργείων. Τα υπουργεία διοικούν τις δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς με τη νομοθεσία και με ετήσιες εγκυκλίους που περιγράφουν τις προτεραιότητες και τους στόχους, χωρίς δικαίωμα επέμβασης στην καθημερινή τους δράση. Οι υπηρεσίες και οργανισμοί έχουν την αποκλειστική ευθύνη παροχής υπηρεσιών ακόμη και σε συνθήκες κρίσης (φυσικές καταστροφές, πόλεμος ή πανδημία), για τις οποίες οφείλουν, σύμφωνα με τον νόμο, να προετοιμαστούν.


Αποκαλύφθηκε λοιπόν ότι ούτε οι περιφέρειες, ούτε οι δήμοι είχαν αποθέματα υγειονομικού υλικού ήδη από την δεκαετία του 2000, παρά τις σχετικές οδηγίες. Ταυτόχρονα, προσπάθειες κεντρικού συντονισμού της αγοράς και κατανομής υγειονομικού υλικού καθυστέρησαν σημαντικά λόγω της σύγχυσης αρμοδιοτήτων και ευθυνών (πέραν της περιορισμένης διεθνώς προσφοράς). Έτσι, κατά την Ewa Stenberg, άρχισαν οι αλληλοκατηγορίες, με την κεντρική κυβέρνηση να αποδίδει το πρόβλημα στην έλλειψη ετοιμότητας των περιφερειών και δήμων, οι οποίοι με τη σειρά τους μιλούν για έλλειψη κεντρικού συντονισμού.


Ωστόσο, η αναζήτηση της πηγής των λαθών στο αποκεντρωμένο μοντέλο διοίκησης, είναι άκρως προβληματική, διότι μεταξύ πολλών άλλων παραγνωρίζει ότι το φημισμένο σε όλον τον κόσμο σουηδικό μοντέλο κοινωνικού κράτους, αλλά και το κράτος προνοίας γενικά, στηρίχθηκε σε αυτό το μοντέλο και ιδιαίτερα σε τούτο: στην δημιουργία σχετικά ανεξάρτητων (προς την τρέχουσα πολιτική ρητορική) επαγγελματικών (με την έννοια professional) γραφειοκρατιών, στελεχωμένων από εξειδικευμένους και ευσυνείδητους υπαλλήλους, οι οποίοι συγκεντρώνουν πληροφορίες, παίρνουν αποφάσεις και δρουν με βάση το συμφέρον και την ηθική των νόμων και τις πολιτικής.


Αναφερόμαστε στο ιδεότυπο γραφειοκρατίας του Μαξ Βέμπερ, σύμφωνα με το οποίο, το κράτος/εξουσία βρίσκεται στην διοίκηση ως θεσμός (στο «γραφείο» ή την αρχαιοελληνική «αρχή», στους νόμους και κανονισμούς που την προσδιορίζουν) και όχι στους ανθρώπους που την επανδρώνουν, που ούτε η ίδια η πολιτική μπορεί εύκολα να διαφθείρει. Η ανάπτυξη των δυτικών κοινωνιών και ιδιαίτερα των βόρειων ευρωπαϊκών χωρών στηρίχθηκε στην σταδιακή δημιουργία επί 200 και πλέον χρόνια μιας τέτοιας γραφειοκρατικής οργάνωσης της δημόσιας διοίκησης, αλλά και στις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ της πολιτικής, από την μια, και των επαγγελματικών ομάδων και υπαλλήλων της δημόσιας διοίκησης, από την άλλη.


Σε ένα τρίτο, βαθύτερο επίπεδο, η αποτυχία της σουηδικής στρατηγικής θα πρέπει να αναζητηθεί στην σταδιακή αποδόμηση αυτών των γραφειοκρατιών και αποσύνθεσης της υπαλληλικής ηθικής, ως αποτέλεσμα συνεχών διοικητικών μεταρρυθμίσεων του δημοσίου τομέα που τα τελευταία 30 χρόνια σχεδιάστηκαν και επιβλήθηκαν με βάση το νεοφιλελεύθερο διοικητικό μοντέλο που οι ερευνητές αποκάλεσαν New Public Management (NPM).

Το ιδεολογικό δόγμα του NPM είναι σαγηνευτικό και έπεισε την πλειοψηφία των πολιτών στον Δυτικό κόσμο: δεν είναι οι πολιτικοί, οι γραφειοκράτες και οι ειδικοί που θα καθορίσουν την ποιότητα και οικονομική αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών (Παιδεία, Περίθαλψη, καθαριότητα, υποδομές, κτλ.) αλλά οι ίδιοι οι πολίτες, με τις ελεύθερες επιλογές τους. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης μετατρέπονται σε σχέσεις καχυποψίας. Κατά το αξίωμα της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας, πολιτικοί, γραφειοκράτες και ειδικοί αποβλέπουν μόνον στην μεγιστοποίηση του ατομικού και συντεχνιακού τους συμφέροντος και o μόνος τρόπος εξασφάλισης της ποιότητας και αποτελεσματικότητας των δημόσιων υπηρεσιών είναι η έκθεσή τους στον ανταγωνισμό της ελεύθερης αγοράς.


Οι ιδέες αυτές έχουν την καταγωγή τους σε μια σχολή της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας, την Public Choice Theory, εισήχθησαν στην πολιτική σκηνή από τον Ρέιγκαν και την Θάτσερ, υιοθετήθηκαν από τον Μπλερ των Εργατικών της Βρετανίας και στην συνέχεια από την Σοσιαλδημοκρατία, την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά στο Δυτικό Κόσμο. Από τα τέλη της δεκαετίας του ?80 συγκροτήθηκε ένα ριζοσπαστικό ρεύμα μεταρρυθμίσεων, αρχικά στον αγγλοσαξονικό κόσμο και μετέπειτα σε όλη την Δύση.


Οι μεταρρυθμίσεις αυτές απέβλεπαν:

(α) στον κατακερματισμό των δημόσιων οργανισμών (σχολεία, νοσοκομεία, γηροκομεία, συλλογή απορριμμάτων, ανάπτυξη οδικών, σιδηροδρομικών και αεροπορικών δικτύων, κτλ.) σε μικρές ανεξάρτητες μονάδες/εταιρίες – εκτελεστές των δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το δικαίωμα παροχής υπηρεσιών και για την επιλογή τους από τους πολίτες/πελάτες, (β) στο δικαίωμα των πολιτών να επιλέγουν ελεύθερα μεταξύ αυτών των ανεξάρτητων εταιριών οι οποίες χρηματοδοτούνται με βάση τις επιλογές αυτές (κάθε μαθητής δικαιούται ένα «εκπαιδευτικό voucher» με το οποίο επιλέγει το σχολείο που επιθυμεί (δημόσιο ή ιδιωτικό), και κάθε ιατρική πράξη, διάγνωση, έχει ένα κόστος θεραπείας, με το οποίο χρηματοδοτείται το νοσοκομείο που επιλέγει ο ασθενής), και (γ) στην διοίκηση και έλεγχο των ανεξάρτητων αυτών εταιριών/εκτελεστών μέσω της πρακτικής των συμβάσεων: στο όνομα της πολιτικής (και των πολιτών/πελατών) οι υπάλληλοι της δημόσιας διοίκησης κλείνουν συμφωνίες (παραγγελίες) με τους εκτελεστές, στις οποίες καθορίζονται η ποιότητα και το κόστος των υπηρεσιών, και ελέγχουν στην συνέχεια την εκτέλεση τους.


Η διαφορά μεταξύ κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς έγκειτο στο ότι η πρώτη ήθελε τις ανεξάρτητες εταιρίες κάτω από την δημόσια ιδιοκτησία, ενώ η δεύτερη προτιμά την εξωτερική ανάθεση (outsourcing) νέων και την πώληση ήδη υπαρχουσών εταιριών σε ιδιώτες. Πρακτικά, με τις εναλλαγές διακυβέρνησης μεταξύ των δύο, έχουμε ένα μείγμα ιδιωτικών και δημόσιων εταιριών με μια διπλή ιδιαιτερότητα της Σουηδίας: έναν μεγαλύτερο αριθμό ιδιωτικών μονάδων (νοσοκομεία, γηροκομεία, σχολεία, καθαρισμού δρόμων κτλ.) σε σχέση με άλλες σκανδιναβικές χώρες, και η μοναδική χώρα στον κόσμο με δημόσια χρηματοδότηση κερδοφόρων ιδιωτικών σχολείων.


Συνέπεια αυτών των μεταρρυθμίσεων ήταν η σταδιακή μετατροπή της δημόσιας διοίκησης σε ένα «άδειο κουφάρι», καθώς οι πρώην δημόσιες επαγγελματικές γραφειοκρατίες, μέσο της εξωτερικής ανάθεσης (outsourcing), κατατμήθηκαν σε ανεξάρτητες, δημόσιες ή ιδιωτικές εταιρίες, και αντικαταστάθηκαν από υπαλλήλους-managers που κλείνουν συμφωνίες με τους managers αυτών των ανεξάρτητων εταιριών με βάση την οικονομική αρχή: μέγιστη ποιότητα σε χαμηλότερο κόστος. Managers από την μια κλείνουν συμφωνίες και ελέγχουν managers από την άλλη, με ότι απόμεινε από την κλασσική γραφειοκρατία να ελέγχεται και από τους δύο στη βάση των συμβάσεων μετρήσιμης ποιότητας και αποτελεσματικότητας.


Η χρηματοδότηση π.χ. μιας ανεξάρτητης μονάδας υγείας εξαρτάται από τον αριθμό των ασθενών που την επέλεξαν και τον αριθμό των ιατρικών πράξεων (εξέταση, διάγνωση και θεραπεία, η κάθε μια με προκαθορισμένη χρηματοδότηση), ανεξαρτήτως αποτελέσματος. Η λογική αυτή – που στηρίζεται στην αρχή «μόνον ότι είναι μετρήσιμο μετράει» – οδήγησε σε ανταγωνισμό και έλλειψη συνεργασίας ακόμη και μεταξύ των κλινικών του ιδίου νοσοκομείου, σε αχρείαστες εξετάσεις, σε συγγενείς διαγνώσεις με μεγαλύτερη χρηματοδότηση και πληθώρα άλλων ιατρικών πράξεων, με στόχο την υψηλότερη χρηματοδότηση. Είναι χαρακτηριστικό πως πριν από λίγα χρόνια ο Ιατρικός Σύλλογος Σουηδίας ανακοίνωσε πως δεν μπορεί να έχει την πραγματική εικόνα της υγείας του πληθυσμού, ακριβώς για τους παραπάνω λόγους.


Αντίστοιχο και ίσως μεγαλύτερο πρόβλημα υπάρχει και στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, όπου οι συμβάσεις ποιότητας-αποτελεσματικότητας καταλήγουν στον προσδιορισμό πράξεων φροντίδας (16 λεπτά για φαγητό, 22 λεπτά για ντους, κτλ.), με αντίστοιχη χρηματοδότηση, με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, την εντατικοποίηση της εργασίας, την μείωση των μισθών, τον διορισμό ανειδίκευτων, την χρήση εποχικών υπαλλήλων και ωρομισθίων και την τυποποίηση (αποπροσωποποίηση) των σχέσεων με τους ηλικιωμένους. Είναι χαρακτηριστικό το ότι εργαζόμενοι, αν και άρρωστοι από τον κορωνοϊό, εξακολουθούσαν να εργάζονται για να μην χάσουν το μεροκάματο και διότι δεν είχαν ασφάλεια υγείας, με καταστροφικές συνέπειες για τους ηλικιωμένους


Τα αποτελέσματα 30 χρόνων μεταρρυθμίσεων, είναι καταθλιπτικά. Με βάση όλες τις έρευνες σε όλους τους τομείς των δημόσιων υπηρεσιών της Σουηδίας, αλλά και όλων των Δυτικών χωρών, έχουμε και μείωση της ποιότητας και αύξηση του κόστους – ταυτόχρονα με την αποσύνθεση των επαγγελματικών ομάδων, την μείωση του κοινωνικού τους στάτους και των μισθών τους. Κυρίαρχο στοιχείο αυτών των μεταρρυθμίσεων είναι οι managers και σύμβουλοι επιχειρήσεων. Τώρα, η πανδημία αποκάλυψε και μια άλλη διάσταση αυτών των μεταρρυθμίσεων, ότι είναι όχι μόνον ακατάλληλοι αλλά και επικίνδυνοι για κάθε μακρόχρονο κοινωνικό προγραμματισμό.


Η αποτυχία της σουηδικής στρατηγικής δεν οφείλεται μόνο σε αυτήν καθαυτή την ιδιαιτερότητα της στρατηγικής, του προσδιορισμού δηλαδή κανόνων συμπεριφοράς χωρίς μηχανισμούς επιτήρησης και τιμωρίας, ούτε στην έλλειψη αυτοπειθαρχίας των Σουηδών. Οφείλεται, κυρίως, στα αφελή κίνητρα υιοθέτησή της: την μυθική εικόνα που η ίδια ή Σουηδική κοινωνία είχε για την ιδιαιτερότητα της δημόσιας διοίκησής της. 


Έτσι, η στρατηγική της αποκαλύπτει μια τρέχουσα τραγωδία. Το πολιτικό σύστημα της Σουηδίας διαπιστώνει ότι η δημόσια διοίκηση που πίστευε ότι είχε στη διάθεσή της, δεν υπάρχει πια. Την αποσάθρωσε το ίδιο με τις μεταρρυθμίσεις του, αντικαθιστώντας τους ευσυνείδητους, ειδικευμένους δημόσιους υπαλλήλους, με (εξίσου ευσυνείδητους, με βάση τις ηθικές αρχές της αγοράς) managers.


http://metarithmisi.gr/post/37955/i-pandimia-kai-i-souidiki-tragodia


21 August 2020

Βέβηλες σκέψεις για έναν Έλληνα Καρδιοχειρουργό που έφυγε από την ζωή εδώ και χρόνια.

 


Ο γιατράρας που έσωζε ζωές με το τσιγάρο στο χέρι...(ενώ την προηγούμενη νύχτα την είχε βγάλει σε μπαράκια). Ο Σοσιαλιστής που, αν και επέλεξε να είναι δημόσιος υπάλληλος, έπαιρνε που και που και από κανένα φακελάκι (έως φακελάρα) και όταν αποφάσιζε να μην πάρει λεφτά όλοι τον κοιτούσαν με θαυμασμό, απορία και ευγνωμοσύνη. Τριτοκοσμικές φάσεις.

Πάντως του αναγνωρίζω ότι ήξερε να μιλά στην καρδιά του μέσου Έλληνα (και δεν το λέω ειρωνικά).

05 August 2020

Το γενεαλογικό μου δέντρο στο Ποδοχώρι. Internt.


20/04/2020
Ο μπαμπάς του Παππού Αργύρη λεγόταν Γεώργιος Αργυρίου γεννήθηκε στο Ποδοχώρι και μάλλον ήταν μοναχοπαίδι. Δεν είναι βέβαια 100% σίγουρο ότι όντως ήταν μοναχοπαίδι γιατί έλεγε ο παππούς μου ο Αργύρης ότι ήταν πρώτος ξάδερφος με την γυναίκα του Μπούσιου, ο οποίος καταγόταν από Ήπειρο. Μπορεί όμως να ήταν πρώτος ξάδελφος και από την μαμμά του την Ελένη. Επίσης είναι αβέβαιο αν τον λέγαν Αργυρίου ή Αργυρούδη στο επίθετο. Τον Γιώργο τον Αργυρίου ή Αργυρούδη λοιπόν τον πήραν οι Βούλγαροι από το Ποδοχώρι στην Βουλγαρία όμηρο γύρω στο 1915 και δεν ξαναγύρισε ποτέ. Η γυναίκα του λεγόταν Ελένη (το γένος Μόσχου) και ήταν και αυτή από το Ποδοχώρι. Μάλλον ήταν και αυτή μονοχοπαίδι.
Ο Γιώργος και η Ελένη είχαν έξι παιδιά. Τα αναφέρω από τον πιο μεγάλο σε ηλικία στον πιο μικρό:
Τον Μιχάλη ( Μιχαλό), την Αικατερίνη, τον Σταύρο, τον Αργύρη (τον παππού μου δηλαδή), τον Ανδροκλή και την Προξενία.
Ο Μιχαλός παντρεύτηκε με την Μαρία Ζίσιου (και αυτή από το Ποδοχώρι) και απόκτησαν τρία παιδιά:
Τον Γιώργο ( Γκόγκος), την Μαριάνθη και τον Δημήτρη (Δημητρό). Ο Γιώργος παντρεύτηκε την Γιαννούλα και απόκτησαν την Φωτεινή (Φωφώ) γεννημένη γύρω στο 1955 που είναι πλέον συνταξιούχος Φιλόλογος στην Καβάλα και την Μαίρη γεννημένη το 1960 που παντρεύτηκε στον Πλατανότοπο και είναι νοικοκυρά εκεί. Ο άντρας της Μαίρης λεγόταν Χρήστος Τουρναΐδης του Αφεντούλη και πέθανε σε νέα ηλικία (μάλλον 51 ετών). Ο Χρήστος Τουρναΐδης δεν πήγαινε σε Γιατρούς. Είχε χάσει κιλά. Έπεσε για ύπνο μια μέρα και όταν ξύπνησε δεν έζησε πάνω από λίγα λεπτά. Μάλλον είχε Σάκχαρο (είχε και άλλους στο σόι με Σάκχαρο). Ήταν καλό παιδί και πιάναν πολύ τα χέρια του. Η Μαίρη απόκτησε δύο αγόρια.  Ο πιο μεγάλος λέγεται Γιώργος και ο μικρότερος Σταύρος. Ζούνε στον Πλατανότοπο και ασχολούνται με γεωργικές εργασίες έχουν και μεγάλα γεωργικά μηχανήματα όπως κομπίνες κτλ. Ο ένας από αυτούς τους αδελφούς είναι και τεχνίτης, διορθώνει μηχανάκια κτλ. Enl. G. Argiriou av Antrok har Michalos inte haft nga dugliga barn.
Η Φωφώ παντρεύτηκε τον Αντώνη Ανδρώνη, Οικονομολόγο από την Λάρισα. Είχαν γνωριστεί στο Πανεπιστήμιο στην Θεσσαλονίκη και μετά μετακομίσαν στην Καβάλα όπου ο Αντώνης Ανδρώνης έγινε Λογιστής στον Συνεταιρισμό Φαρμακοποιών Καβάλας και η Φωφώ Καθηγήτρια Φιλόλογος σε Δημόσιο Σχολείο της πόλης. Έχουν δύο παιδιά τον Θόδωρο ? και την Ιωάννα. Η Ιωάννα σπούδασε, αν δεν κάνω λάθος στην Τσεχοσλοβακία Φαρμακοποιός και έχει Φαρμακείο στην Μουσθένη. Ο Θόδωρος σπούδασε Οικονομικά στην Θεσσαλονίκη και άνοιξε κάποιες καφετέριες στην Καβάλα η μια ήταν πάνω στο Εμπορικό Κέντρο το Chocolat.
Η Μαριάνθη είχε νεανικό Διαβήτη και πέθανε σε νέα ηλικία. Δεν πρόλαβε να παντρευτεί.
Ο Δημητρός δεν παντρεύτηκε και αυτός και πέθανε νέος γύρω 50 – 55 ετών.
Ο Γιώργος (Γκόγκος) πέθανε σε ηλικία 78 ετών μάλλον το 2004 τότε που πέθανε και ο Θείος Αποστόλης ο Αργυρούδης. Πήγε να κάνει ένα γενικό check up στο Νοσοκομείο της Καβάλας (μάλλον είχε Καρδιακή Ανεπάρκεια), και πέθανε μέσα στο Νοσοκομείο την ίδια μέρα χωρίς καν να το κάνουν εισαγωγή. Η Γιαννούλα πέθανε νομίζω σε ηλικία 96? Ετών νομίζω στις 26/04/2020
Η Αικατερίνη (την φωνάζαν ολόκληρο το όνομα, Αικατερίνη) παντρεύτηκε έναν άντρα από την περιοχή της Δράμας τον Γιάννη Τσόγκα. Το έγραφε κατά πάσα πιθανότητα με γκ σύμφωνα με τον πατέρα μου Γιώργο Αργυρίου. Αυτός μάλλον πρέπει να ήταν μανάβης. Στην κατοχή ήρθαν και ζήσαν εδώ στο Ποδοχώρι. Εκεί ο Γιάννης συνδέθηκε με μια αριστερή οικογένεια στο Ποδοχώρι εντάχθηκε στην αριστερά και για τον λόγο αυτό εκτοπίστηκε στο Αϊδονοχώρι Σερρών και από κει φύγαν για Θεσσαλονίκη. Η Αικατερίνη τα χάλασε με τα αδέλφια της στο Ποδοχώρι γιατί, σύμφωνα με τον θείο μου τον Παρίση, ενώ είχε πάρει προίκα σε μετρητά μετά διεκδίκησε και χωράφια, τα οποία τα πήρε, αλλά μετά τα αδέλφια της εδώ στο Ποδοχώρι αναγκάστηκαν να τα ξανααγοράσουν μάλλον γιατί δεν τα καλλιεργούσε. Μετά ζήτησε κατ’ ανάλογο τρόπο ακίνητη προίκα και η Προξενία αλλά με αυτή δεν τα χαλάσαν γιατί υπήρχε ήδη το προηγούμενο της Αικατερίνης και έτσι το θεωρήσαν φυσιολογικό.
Ο Γιάννης και Αικατερίνη αποκτήσαν τρία παιδιά. Την Τασούλα, η οποία δεν παντρεύτηκε. Τον Μαργαρίτη. Και τον Βαγγέλη. Ο Μαργαρίτης έκανε διάφορες δουλειές στην ζωή του. Είχε ένα μικρό εργοστάσιο που έφτιαχνε πλαστικά για σόλες παπουτσιών (;). Ο μπαμπάς μου που πρέπει να τον ήξερε καλύτερα λέει ότι έπαιρνε υπολείμματα κρεάτων από τα εστιατόρια και τα πήγαινε για τροφή σε χοιροστάσια έξω από την Θεσσαλονίκη. Ο Μαργαρίτης παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία. Δεν είναι σίγουρο αν είχε παιδιά. Ο Βαγγέλης μάλλον ήταν απλός εργάτης, δεν παντρεύτηκε και πέθανε νέος. Ο πιο σωστός στην οικογένεια, που την κρατούσε όρθια ήταν ο Μαργαρίτης, σύμφωνα με τον πατέρα μου. Η οικογένεια Τσόγκα έμενε όπως έμπαινες στην Θεσσαλονίκη αριστερά.

Ο Σταύρος παντρεύτηκε την Ανδρονίκη. Κάνανε αρκετά παιδιά που όμως πεθαίναν όλα σε πολύ μικρή ηλικία. Τελικά υϊοθέτησαν την Μαριγούλα. Η οποία αποδείκτηκε πολύ καλή κόρη. Γηροκόμησε και τους δύο γονείς της. Η Μαριγούλα παντρεύτηκε τον Χρήστο που ήταν από Μεσορρόπη και εργάστηκε σαν οδηγός φορτηγού. Απόκτησαν δύο δίδυμα αγόρια τον Πάνο και τον Σταύρο και ζούνε στην Καβάλα αλλά έχουν και σπίτι στο Ποδοχώρι. Enl. G. Argiriou av Andro var Stavros lat.
Ο Αργύρης (ο παππούς μου) Αργυρούδης παντρεύτηκε την Κατίνα. Κάναν τέσσερα παιδιά. Τον Παρίση Αργυρίου. Τον Απόστολο Αργυρούδη. Τον Γιώργο Αργυρίου ή Αργυρούδη που μετά το άλλαξε σε σκέτο Γεώργιος Αργυρίου ( τον πατέρα μου δηλαδή) και την Ελένη η οποίο παντρεύτηκε τον Ζαχαρία (Ζάχο) Βογιατζή και κάνανε μία κόρη την Κωνσταντινιά (Ντίνα). Enl. G. Argiriou av Andro var Argiris den mest dugliga och framgångsrik av alla syskonen och den som var på sätt och vis en ledare bland sina syskon och han hjälpte ockås Androklis son Giorgos att studera. Argiris fick ganska mkt ekonomisk hjälp av det faktum att han förutom jordbrukare var han samaras.
Ο Ανδροκλής παντρεύτηκε την Χρυσάνθη Κουρή ( από το Ποδοχώρι και αυτή). Απόκτησαν τέσσερα παιδιά. Την Ελένη, Τον Γιώργο Αργυρίου, τον Αργύρη Αργυρίου, τον Γιάννη Αργυρούδη. Είχαν και αυτοί μοιρασμένα τα επώνυμα, όπως και τα παιδιά του Αργύρη...Η Ελένη (το γένος Αργυρούδη) παντρεύτηκε στο Ποδοχώρι τον Δημήτρη (Μήτσο) Καραπέδη και απόκτησαν δύο παιδιά. Την Όλγα που έγινε Φυσικός και τον Θόδωρο (που έγινε Γυμναστής). Ο Γιώργος έγινε Ηλεκτρολόγος στην Θεσσαλονίκη και αργότερα έκανε και μαγαζί που είχε Ηλεκτρολογικά προϊόντα. Ο Γιώργος έκανε πρώτα δύο δίδυμους γιούς τον Ανδροκλή που είναι Μηχανικός Μηχανολόγος τον Παναγιώτη που είναι Οικονομολόγος (Λογιστής) και μετά την Χρυσάνθη που είναι Πολιτικός Μηχανικός. Ο Αργύρης παντρεύτηκε την Αιμιλία  και είχε δύο γιούς τον Ανδροκλή που στην αρχή ήταν ΕΠΟΠ στον στρατό και τον συνάντησα μια φορά στην Ξάνθη όταν έκανα στρατό εκεί και μάλλον πρέπει να είναι παντρεμένος με μια κοπέλα από τον Ξεριά και έναν μικρότερο που λέγεται Ξενοφών Αργυρίου. Ο Ξενοφώντας είχε ένα ατύχημα με μηχανάκι, χώρισε κιόλας, δεν μπορεί και να δουλέψει μετά το ατύχημα. Ο Γιάννης Αργυρούδης παντρεύτηκε την και έχει μία κόρη την Φωτεινή που είναι Ψυχολόγος γεννημένη μάλλον το 1984 και έναν γιο τον Ανδροκλή που είναι Γεωλόγος γεννημένος το 1986.
Η Προξενία παντρεύτηκε στην Μουσθένη τον Βασίλη Κασπέρη. Απόκτησαν τρία παιδιά. Τον Γιάννη, την Ελένη και τον Δημήτρη (Τάκη). Ο Γιάννης (ο οποίος πέθανε) απόκτησε έναν Βασίλη που ζει στην Μουσθένη και δεν παντρεύτηκε και μία Προξενία που είναι Νοσηλεύτρια στην Αναισθησιολογική του Νοσοκομείου Καβάλας και παντρεύτηκε τον Δάσκαλο Παναγιώτη Χηπαπαδόπουλο από την Φωλιά? Η Ελένη έχει δύο αγόρια. Ο Τάκης (παντρεμένος με την Βέτα, αν θυμάμαι καλά) έχει και αυτός τον Βασίλη που δεν παντρεύτηκε και την Προξενία που παντρεύτηκε κάποιον άντρα από την Μεσορρόπη που δούλευε στον Φλώρο με τα ταχίνια και κάναν 3 παιδιά από τα οποία το ένα κάπως ανάπηρο και έτσι με την κρίση αναγκάστηκαν να μετακομίσουν στο Βερολίνο της Γερμανίας.
Οι σχέσεις μας με του άλλους Αργυρίου του Ποδοχωρίου:
Ο παππούς ο Αργύρης ήταν 2ος ξάδερφος με τον παππού του Ευριπίδη του Τροχονόμου.
Ο προπάππους μου ο Γιώργος ο Αργυρίου ήταν 2α ξαδέλφια με τον μπαμπά του Γιώργου του Αργυρίου του Ξυλουργού.
Ο παππούς ο Αργύρης ήταν επίσης πρώτος εξάδελφος με την γυναίκα του Μπούσιου, που είχε έλθει από Ήπειρο. Ίσως δηλαδή ο Γιώργος ο Αργυρίου ο προπάππους να ήταν αδελφός με του Μπούσιου τον πεθερό.

Ο παππούς Αργύρης παντρεύτηκε την Κατίνα το γένος Παρίση. Ο πατέρας της λεγόταν Απόστολος Παρίσης και η μητέρα της λεγόταν Ευαγγελία ( Βαγγελιώ) Παρίση το γένος Σαββάτη. Το πατρικό σπίτι της Βαγγελιώς ήταν κοντά στο σπίτι του Σταύρου και του Πάνου. Το σπίτι του Απόστολου Παρίση και της Βαγγελιώς ήταν στη λάκα του Λάκου, απέναντι από του Τεμπεκιόζη και δίπλα στου Πασχάλογλου, όπως κοιτάς το σπίτι αυτό από του Τεμπεκιόζη, λίγο πιο δεξιά από το τωρινό σπίτι το οποίο έχτισε ο Παππούς Αργύρης γύρω στο 1947 και έμεινε εκεί η θεία Ελένη και ο Θείος Ζάχος για καναδυό χρόνια μέχρι που κάναν το δικό τους σπίτι. Το σπίτι αυτό είναι γραμμένο στον Θείο Παρίση ενώ ο αχυρώνας στα αλώνια στον Θείο Αποστόλη. Ο Απόστολος και η Βαγγελιώ απόκτησαν δύο παιδιά για την ακρίβεια δύο κόρες. Η μεγάλη ήταν η Αργύρω μαμμά  του Νίκου και του Ηλία Αβράμογλου και η μικρή η Κατίνα (νομίζω ότι έτσι έγραφε στην αστυνομική ταυτότητα της και έτσι και την φωνάζαν) η μητέρα του πατέρα μου. Η Κατίνα γεννήθηκε, σύμφωνα με τον Θείο Παρίση το 1909 πέθανε από Καρκίνο του Παγκρέατος γύρω στο 1970. Ο παππούς Αργύρης γεννήθηκε σύμφωνα με τον Θείο Παρίση το 1905 αλλά εγώ θυμάμαι το 1904. Ο Θείος Παρίσης δεν θυμάται σε πιο σπίτι γεννήθηκε ο παππούς Αργύρης.