24 November 2015

Πόσο απαραίτητο είναι να έχει ένα Κέντρο Υγείας Ακτινολόγο και Παιδίατρο;


24/11/2015

Κέντρο Υγείας Καλαμπάκας:Υπάρχει σοβαρή ανάγκη ακτινολόγου&παιδίατρου

Πηγή www.life2day.gr: http://www.life2day.gr/2015/11/kentro-ugeias-kalampakasuparchei-sovari-anagki-aktinologou-paidiatrou/

Παίρνω αφορμή από ένα σημερινό άρθρο που το παραθέτω παραπάνω.
Και διερωτώμαι: Υπάρχει όντως τόσο σοβαρή ανάγκη; Για ρωτήστε π.χ. στην Σουηδία ή στη Νορβηγία; Σε πόσα Σουηδικά ή Νορβηγικά Κέντρα Υγείας υπάρχουν θέσεις για Παιδίατρους και Ακτινολόγους;

Think outside the box.

23 November 2015

Ο Γενικός Ιατρός και ο Επειγοντολόγος ως δεκαθλητής.


Μιλούσα πρόσφατα με φίλο μου Γενικό Χειρουργό που δουλεύει συχνά και στα επείγοντα του Νοσοκομείου του.

Η κουβέντα ήρθε στους Επειγοντολόγους που ακόμη δεν υπάρχουν ως ειδικότητα στην Ελλάδα, και δεν είναι ίσως και τόσο παράξενο.
Ποιος θα θελήσει να γίνει Επειγοντολόγος αν δεν ξέρει με σιγουριά ότι θα προσληφθεί από κάποιο Νοσοκομείο μετά από την ειδικότητα του;
Αλλά ακόμη και αν ήξερε με σιγουριά ότι θα προσληφθεί, και του αρέσει ως αντικείμενο, ποιος ξέρει με σιγουριά ότι θα αντέξει για 30 χρόνια μια τόσο βαριά ειδικότητα;

Η λύση κατά την γνώμη του (την οποία την σέβομαι) είναι να δοθεί η δυνατότητα σε όσους κάνουν την ειδικότητα της Επειγοντολογίας, να παίρνουν με μια μετεκπαίδευση και την ειδικότητα του Γενικού Ιατρού, αλλά και το αντίστροφο.
Κατά την γνώμη του (αλλά και κατά την δική μου γνώμη) υπάρχει μια υπόγεια συγγένεια μεταξύ των δύο αυτών ειδικοτήτων:
Και οι δύο αυτές ειδικότητες βλέπουν αφιλτράριστους ασθενείς από όλο το φάσμα των ασθενειών. Τους γιατρούς και των δύο αυτών ειδικοτήτων θα τους παρομοίαζε κανείς με δεκαθλητές! Οι μεν βέβαια περισσότερο επικεντρωμένοι στην αντοχή οι δε πιο πολύ στο sprint…

21 November 2015

Η γραφειοκρατία μετά τον θάνατο ενός ανθρώπου.



Το παρακάτω άρθρο της δημοσιογράφου Σίσσυς Ακοκαλίδου, δημοσιεύτηκε στις 01/10/2015 στην Καβαλιώτικη εφημερίδα Νέα Εγνατία. Το αναδημοσιεύω γιατί περιγράφει με ανάγλυφο τρόπο την γραφειοκρατία που έπεται τον θάνατο ενός ανθρώπου στην χώρα μας, αλλά και γιατί προτείνει και ρεαλιστικές λύσεις.



Δεν είναι που χάνεις τον άνθρωπό σου, δεν σου μένει και χρόνος να θρηνήσεις την απώλειά του. Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει κανείς μετά την απώλεια του συντρόφου του, με τον οποίο υπέβαλλε κοινή φορολογική δήλωση, διατηρούσε από κοινού διάφορα περιουσιακά στοιχεία, είναι τόσο δαιδαλώδης, που απαιτεί  ίσως και επί μήνες καθημερινό τρέξιμο από υπηρεσία σε υπηρεσία.
Αρχικά, θα πρέπει να  δηλώσεις το θάνατό του σε κάθε αρμόδια αρχή, να διακόψεις τη σύνταξή του, εφόσον έπαιρνε, να υποβάλλεις  αίτηση για συνταξιοδότηση, εφόσον την δικαιούσαι.  Μαζί με την αίτηση βέβαια  πρέπει να συνυποβάλλεις πολλά  δικαιολογητικά, όπως δημόσια έγγραφα, πιστοποιητικό μη διάλυσης γάμου, μη δημοσίευσης διαθήκης. Εφόσον υπάρχει διαθήκη, πρέπει να την αποποιηθούν οι άμεσοι κληρονόμοι. Στη συνέχεια να δηλώσεις στην εφορία ότι έχει επέλθει αλλαγή των περιουσιακών δεδομένων του θανόντα,  αφού  αυτά περιέρχονται την κατοχή των κληρονόμων του. Και αφού τελειώνεις με όλα τα διαδικαστικά και η πολιτεία είναι πλέον ενήμερη για τον θάνατο ενός πολίτη,  αρχίζεις με τις τράπεζες, καθότι πρέπει να νοικοκυρέψεις και τα οικονομικά σου, να τα βάλεις σε μια σειρά.
 Πιστωτικές κάρτες και δάνεια  που έφεραν ασφαλιστήριο συμβόλαιο, παύουν αυτοδίκαια,  εφόσον  η ασφαλιστική εταιρία, όπως απορρέει από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, αναλαμβάνει την κάλυψη του υπόλοιπου ποσού. Όταν όμως δεν έχουν ασφαλιστήριο συμβόλαιο, το χρέος μεταφέρεται στους κληρονόμους, οι οποίοι πρέπει να καταβάλλουν ένα πάγιο ποσό για να ερευνήσει η τράπεζα το χαρτοφυλάκιο του θανόντα και να δει πώς μπορεί να μετατρέψει επί τα βελτίω τα ανοιχτό δάνειο ή την πιστωτική κάρτα του θανόντα. Για όλα τα παραπάνω απαιτούνται χρήματα για παράβολα κλπ, διαθέσιμος χρόνος και βέβαια αν αναθέσεις όλες αυτές τις εργασίες σε έναν δικηγόρο και αμοιβή δικηγόρου. Αν για παράδειγμα θέλεις να σιγουρευτείς ότι τα βεβαιωμένα ένσημα του θανόντα είναι περισσότερα, θα πρέπει να απευθυνθείς σε εργατολόγο για να διασταυρώσεις τα στοιχεία του ασφαλιστικού φορέα.
Τέλος, αν θέλεις να ολοκληρώσεις κάθε άλλη εργασία, ώστε να είσαι εντάξει με όλες τις υπηρεσίες, θα πρέπει να μεταβιβάσεις τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ στο δικό του όνομα, κάτι που επίσης απαιτεί τη συγκέντρωση πολλών δικαιολογητικών, κατά συνέπεια και άλλο χρόνο.
Γιατί τα σημείωσα όλα τα παραπάνω ,που είμαι βέβαιη  ότι ομοίως με εμένα τα βιώνουν καθημερινά πολλοί συμπολίτες μας; Επειδή πολύ απλά θέλω να τεκμηριώσω  ότι η ελληνική γραφειοκρατία συνεχίζει να υφίσταται σε τέτοιο βαθμό για δυο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι δεν υπάρχει ηλεκτρονικό σύστημα σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, οπότε αυτόματα να καταγράφεται η όποια αλλαγή συμβαίνει στους πολίτες. Ενημερώνεται μόνον το Ληξιαρχείο του δήμου για τον θάνατο του πολίτη, όχι όμως και κάθε αρμόδια αρχή, οπότε σύζυγος και λοιποί κληρονόμοι  να καλούνται για τις όποιες μεταβολές και να ολοκληρώνεται η διαδικασία σε σύντομο χρόνο.  Ο δεύτερος λόγος είναι ότι δεν υπάρχει ένας ενιαίος κωδικός αναφοράς του κάθε πολίτη. Δεν καταλαβαίνω, γιατί δεν ακολουθείται η απλή διαδικασία πολλών  ευρωπαϊκών χωρών, όπου ο κάθε πολίτης αντί Αριθμού  ΔελτίουΤαυτότητας, ΑΜΚΑ, ΑΜΑ, ΑΦΜ  έχει έναν και μοναδικό κωδικό, ο οποίος χρησιμοποιείται ακόμη και ως τραπεζικός λογαριασμός.
Αν  το πρόταγμα των μνημονίων είναι οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, γιατί η ελληνική πολιτεία δεν κάνει το πρώτο βήμα, καθιερώνοντας έναν και μόνον έναν κωδικό σε κάθε πολίτη, που θα είναι η αναφορά του και τη ταυτοποίησή του σε κάθε υπηρεσία του δημοσίου, των ΔΕΚΟ, αλλά και του ιδιωτικού τομέα. Πόσος χρόνος θα εξοικονομούνταν από τις καθημερινές συναλλαγές του πολίτη, αλλά και από τους υπαλλήλους του δημοσίου, αν πληκτρολογώντας έναν  αριθμό  διεκπεραιώνονταν όλες οι εργασίες που καθημερινά καλείται να διεκπεραιώσει ο καθένας μας...     

 


 



09 November 2015

Σχετικά με την ιστορία του ΟΓΑ.

Το ότι υπάρχουν ασφαλιστικά Ταμεία δεν είναι κάτι το αυτονόητο.

Πριν από 60 χρόνια οι πλειοψηφία των Ελλήνων ήταν ανασφάλιστοι.


Πρέπει από την πλευρά μας, ως επαγγελματίες υγείας, να προστατεύουμε τα οικονομικά τους, με τον τρόπο μας, αλλιώς θα διαλυθούν.

«Ο πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ. Κωνστ. Καραμανλής, φωτογραφούμενος με μίαν αγρότιδα, κατά την χθεσινήν εορτήν εις το Ζάππειον, κατά την οποίαν επεδόθησαν τα πρώτα βιβλιάρια συντάξεων εις αγρότας εκ διαφόρων χωρίων της Ελλάδος» γράφει η λεζάντα πρωτοσέλιδης φωτογραφίας στην «Κ» της 10ης Ιουνίου 1962. 

01/11/2015 Καθημερινή.
του Χρήστου Αναστασίου,
διδάκτωρα Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Η ίδρυση του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ) στις 20 Ιουλίου 1961 βάσει του νόμου 4169/1961 και η θεσμοθέτηση της πλήρους ασφάλισης των αγροτών και της παραγωγής τους αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την εξέλιξη του θεσμού των κοινωνικών ασφαλίσεων, ως ο δεύτερος σταθμός του ασφαλιστικού συστήματος μετά την ίδρυση του ΙΚΑ, καθώς αφορούσε τον μισό πληθυσμό της χώρας, που συνεισέφερε το περίπου 35% του ΑΕΠ και περισσότερο από το 85% των εξαγωγών.

Οι κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή ενστερνίστηκαν από τα τέλη του 1955 τις διεθνείς οικονομικές τάσεις που, με πρότυπο την κοινωνική οικονομία της αγοράς, όπως θεμελιώθηκε στη Δυτική Γερμανία των αρχών της δεκαετίας του 1950, απέβλεψαν στη σταθεροποίηση της μεταπολεμικής φιλελεύθερης δημοκρατίας μέσα από τη δικαιότερη κατανομή του παραγόμενου πλούτου, εξέλιξη που οδήγησε στην εδραίωση του κράτους ευημερίας (welfare state) και τη διαμόρφωση συνθηκών κοινωνικής ισορροπίας και συναίνεσης.

Με αυτές τις επιρροές, και βαδίζοντας στην παράδοση του εγχώριου φιλελεύθερου ριζοσπαστικού ρεύματος, ο Καραμανλής και το επιτελείο του εφάρμοσαν μία λελογισμένη παρεμβατική πολιτική, με προγραμματικό χαρακτήρα και ελεγκτικό - ρυθμιστικό περιεχόμενο, καρπός της οποίας υπήρξε η κατάρτιση του Πενταετούς Οικονομικού Προγράμματος 1960-1964.

Στόχος η έξοδος του αγροτικού τομέα από το περιθώριο

Ο Καραμανλής γνώριζε ότι το διακύβευμα για τον ίδιο και, κατ’ επέκταση, για τη χώρα ήταν να έλθει σε ρήξη με τους φαύλους κύκλους της υπανάπτυξης και της απομόνωσης, μέσα από ριζοσπαστικές αλλαγές σε πρόσωπα και ιδέες. Η επίτευξη, ωστόσο, της ανάπτυξης δεν αποτελούσε αυτοσκοπό, αλλά μέσο για την κοινωνική ευημερία, την οποία θα πετύχαινε με τη διευρυμένη συμμετοχή όλων των κοινωνικών στρωμάτων στο αυξανόμενο εθνικό εισόδημα. Η μισθολογική και η κοινωνικοασφαλιστική πολιτική αποτελούσαν τα βασικά όπλα για την επίτευξη αυτού του μείζονος στόχου. Η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, υπό συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης, συνιστούσε αναγκαία προϋπόθεση για τον εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος, τον σχεδιασμό της οικονομικής και πολιτιστικής προόδου και την ένταξη της χώρας στην οικογένεια των προηγμένων δυτικοευρωπαϊκών κρατών.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, αναμενόμενο ήταν το κυβερνητικό ενδιαφέρον να στραφεί προς τον περιθωριοποιημένο αγροτικό τομέα. Αλλωστε, ο Καραμανλής, καταγόμενος από την Πρώτη Σερρών και μεγαλωμένος στα καπνοχώραφα της περιοχής του, γνώριζε από πρώτο χέρι τα προβλήματα και τις ανάγκες των αγροτών. Εργαζόμενος ως ασφαλιστής, είχε διατρέξει τη Μακεδονία, παράλληλα με τις σπουδές του, τη διετία 1928-1929. Επιπλέον, είχε επιτελέσει σημαντικό έργο ως υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας, από τον Νοέμβριο του 1948 έως τον Ιανουάριο του 1950, με επίκεντρο την περίθαλψη, τον επαναπατρισμό και την παραγωγική αποκατάσταση των πληγέντων από τον εμφύλιο πληθυσμών της υπαίθρου.

Δεν προκαλεί έκπληξη, συνεπώς, ότι μία από τις πρώτες ενέργειές του ως πρωθυπουργού ήταν η θέσπιση της ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης των αγροτών. Με μία σειρά νομοθετικών κειμένων, από τον Δεκέμβριο του 1955 (Ν. 3487/1955) έως τον Αύγουστο του 1957 (Ν.Δ. 3735/1957), η κυβέρνηση Καραμανλή στελέχωσε και εξόπλισε μέχρι το 1960 περίπου 1.200 αγροτικά ιατρεία. Πέραν της ανθρωπιστικής πλευράς του ζητήματος, ο Καραμανλής συνειδητοποιούσε την ανάγκη λήψης μέτρων για την ενδυνάμωση της κοινωνικής συνοχής: «Η συναίσθησις της κοινωνικής αδικίας εις βάρος της αγροτικής τάξεως οδηγεί την πλέον συντηρητικήν αυτήν τάξιν προς επικινδύνους κατευθύνσεις». Εκτοτε, το ζήτημα της πλήρους ασφαλιστικής κάλυψης των αγροτών, τον απασχολούσε έντονα. Πάντοτε, όμως, στο πλαίσιο των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας.

Οι ρυθμίσεις για ανθρώπινο δυναμικό και παραγωγή

Εχοντας εξαγγείλει, κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της 10ης Ιουνίου 1958, την πρόθεσή του για ολοκλήρωση του θεσμού της αγροτικής ασφάλισης, ο Καραμανλής συγκρότησε τον Δεκέμβριο του 1958 πενταμελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων για την εξέταση του ζητήματος. Παράλληλα, προσκάλεσε σε συμβουλευτικό ρόλο τον Dr. Johannes Krohn, που είχε επιμεληθεί ως υφυπουργός Εργασίας τη θέσπιση της αγροτικής ασφάλισης στη Δ. Γερμανία τον Ιούλιο του 1957.

Παρότι ένα προσχέδιο νόμου είχε υποβληθεί στον πρωθυπουργό ήδη τον Σεπτέμβριο του 1958, η κατάρτιση του τελικού νομοσχεδίου απαίτησε χρόνο, καθώς οι αρμόδιοι έπρεπε να αναμείνουν έως τον Απρίλιο του 1960 τη δειγματοληπτική απογραφή του ελληνικού πληθυσμού, ώστε οι υπολογισμοί τους για τις χρηματοδοτικές ανάγκες της συνταξιοδότησης των αγροτών να είναι ακριβείς. Βάσει αυτής, προέκυψαν πάνω από 300.000 δικαιούχοι.

Ενόσω αυτή η διαδικασία εξελισσόταν, η ΕΔΑ και το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα του Γεωργίου Παπανδρέου έσπευσαν να καταθέσουν πρόταση νόμου τον Ιανουάριο του 1960 για την παροχή σύνταξης στους αγρότες, έπειτα από εσωτερική πληροφόρηση από τον κύκλο του πρωθυπουργού, περί επικείμενης κατάθεσης νομοσχεδίου για την αγροτική ασφάλιση. Πλέον, η κυβέρνηση, πέρα από τα πρακτικά προβλήματα που προέκυπταν από τη θέσπιση της ασφάλισης 4.000.000, άμεσα και έμμεσα, απασχολουμένων με τη γεωργία, είχε να αντιπαρέλθει και την πίεση της αντιπολίτευσης. Εχοντας στα χέρια του τα απαραίτητα στοιχεία –το πόρισμα της πενταμελούς επιτροπής, την έκθεση του Dr. Krohn και τη μελέτη του υπουργείου Γεωργίας περί ασφάλισης της αγροτικής παραγωγής από φυσικές καταστροφές– ο Καραμανλής κατέθεσε στη Βουλή στις 18 Νοεμβρίου 1960 νομοσχέδιο με τίτλο «Περί Γεωργικών Κοινωνικών Ασφαλίσεων».

Οι διατάξεις του προέβλεπαν τη χορήγηση από τον Ιούλιο του 1962 σύνταξης γήρατος, ασθενείας και θανάτου στους έχοντες υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους, την ολοκλήρωση του δικτύου των αγροτικών ιατρείων και νοσοκομειακών σταθμών, την αυτοδίκαιη ασφάλιση από 1ης Ιανουαρίου 1961 της παραγωγής από χαλάζι και παγετό, και την ίδρυση του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων, που θα αναλάμβανε τη διαχείριση της τριπλής ασφάλισης των αγροτών. Το συνολικό κόστος σε ετήσια βάση υπολογιζόταν σε 1,2 δισ. δραχμές.

Οι εισφορές

Για να αντεπεξέλθει στη δαπάνη αυτή, ο ΟΓΑ έπρεπε να διαθέτει ανάλογα έσοδα. Αυτή η παράμετρος υπήρξε το επίκεντρο οξύτατων αντιδικιών κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή, που διήρκεσε έως τον Μάιο του 1961. Παρά τις εισηγήσεις της αντιπολίτευσης περί δωρεάν ασφάλισης, το νομοσχέδιο προέβλεπε συμμετοχή των αγροτών στο 1/3 των απαιτούμενων δαπανών, δεδομένου ότι σε όλες τις χώρες που παρείχαν αγροτικές συντάξεις, οι ασφαλισμένοι έφεραν το κύριο βάρος της ασφάλισης. Για τη μικρή, σε σύγκριση με τα διεθνώς ισχύοντα, εισφορά των αγροτών (2% του εισοδήματός τους έναντι 4-5% που ίσχυε σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη), υπήρχαν πρακτικοί οικονομικοί λόγοι για τη βιωσιμότητα ενός Οργανισμού που κάλυπτε τον μισό πληθυσμό της χώρας. Υπήρχαν, όμως, και ισχυροί ηθικοί λόγοι: έπρεπε να εμπεδωθεί στους αγρότες ασφαλιστική συνείδηση και ένα αίσθημα δικαιωματικής παροχής, που θα συνδεόταν με τη συνδρομή τους στον δικό τους ασφαλιστικό φορέα. «Δεν υπεσχέθημεν διά της παροχής επιδομάτων να μεταβάλωμεν την Ελλάδα εις ένα απέραντο Πρυτανείον. Υπεσχέθημεν να αγωνισθώμεν διά την αύξησιν του εισοδήματος του αγρότου, με μίαν παράλληλον και σύμμετρον ικανοποίησιν των κοινωνικών του αναγκών», υπογράμμισε με νόημα ο Καραμανλής.

Η πρόβλεψη της εισφοράς ήταν δίκαιη, γιατί ήταν αναλογική του εισοδήματος και της περιουσίας των ασφαλισμένων. Παράλληλα, όμως, η κυβέρνηση ήθελε να καταδείξει στις αστικές κοινωνικές τάξεις, που ευνοούνταν από την άνοδο του εθνικού εισοδήματος, την ανάγκη συμβολής τους στην ενίσχυση του εισοδήματος του πρωτογενούς τομέα, της σπονδυλικής στήλης του έθνους και της δεξαμενής από την οποία αντλούσε τις ηθικές και υλικές του δυνάμεις, όπως τόνιζε ο πρωθυπουργός.

Συνεχής απασχόληση

Σοβαρό κίνητρο για την εισοδηματική στήριξη της αγροτικής τάξης, ήταν η συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο, ώστε να περιοριστεί η μαζική εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Για τον λόγο αυτό, η νομοθεσία απαιτούσε συνεχή απασχόληση στις αγροτικές ασχολίες για μία δεκαετία έως τη συμπλήρωση του 65ου έτους. Τον σκοπό αυτό εξυπηρετούσε και το αποκεντρωμένο σύστημα που καθιέρωνε ο ΟΓΑ, με την επιτόπια εξυπηρέτηση των αγροτών από τους περίπου 6.000 γραμματείς των Δήμων και Κοινοτήτων. Με το σύστημα αυτό, και διαθέτοντας μόλις 300 υπαλλήλους, τα έξοδα διοίκησης του ΟΓΑ αναλογούσαν στο 2% των εσόδων του.

Η ολοκλήρωση της αγροτικής ασφάλισης αποτέλεσε διακαή πόθο του Καραμανλή, που έπρεπε, όμως, να διαμορφώσει πρώτα τις δομές εκείνες που θα επέτρεπαν την αυτοτελή βιωσιμότητά της. Μάλιστα, επέμεινε στην ασφάλιση και της παραγωγής, παρά τις αντιρρήσεις της αντιπολίτευσης και ιδιωτικών ασφαλιστικών συμφερόντων, καθώς ο κλάδος αυτός αποτελούσε την πιο ουσιώδη καινοτομία του κυβερνητικού σχεδίου και είχε ήδη μελετηθεί επαρκώς, ώστε να εξασφαλίζει τον ΟΓΑ από κινδύνους υπέρογκων ζημιών.

Το νομοσχέδιο ψηφίστηκε στις 6 Μαΐου 1961. Την ίδρυση του ΟΓΑ στις 20 Ιουλίου 1961 ακολούθησε εντατική εργασία, με την εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων και ηλεκτρονικής μηχανογράφησης, με τη συμβολή του ηλεκτρονικού υπολογιστή του Κέντρου Ερευνών Εθνικής Αμυνας, ώστε να καταγραφεί ο ακριβής αριθμός των ασφαλισμένων και να οργανωθεί έγκαιρα ο Οργανισμός. Η απονομή των πρώτων βιβλιαρίων συνταξιοδότησης σε εκπροσώπους των περίπου 305.000 δικαιούχων τελέστηκε στο Ζάππειο Μέγαρο στις 9 Ιουνίου 1962 από τον ίδιο τον Καραμανλή, ο οποίος τόνισε την ικανοποίησή του για την ευόδωση της «μακράς προσδοκίας» του για την ασφάλιση των αγροτών.

Επίτευγμα με διεθνή αναγνώριση

Η καθ’ ολοκληρίαν ασφαλιστική κάλυψη του αγροτικού πληθυσμού (περίθαλψη, συνταξιοδότηση, ασφάλιση παραγωγής) κατέστησε τον ΟΓΑ πρωτοποριακό σε διεθνές επίπεδο ασφαλιστικό οργανισμό, καθώς κατάφερε να υλοποιήσει μία δύσκολα υλοποιήσιμη οικονομική και κοινωνική διαδικασία: την αυτόματη μεταφορά εισοδήματος από τον αστικό στον αγροτικό πληθυσμό μέσω φορολογίας και κοινωνικών πόρων. Το εγχείρημα προκάλεσε το διεθνές ενδιαφέρον, με αρκετές κυβερνήσεις να στέλνουν αξιωματούχους τους στην Ελλάδα, οι οποίοι εγκωμίαζαν την ορθολογική οργάνωση και αποτελεσματικότητα του νέου οργανισμού.

Ο Αμερικανός εμπειρογνώμονας Robert Myets επεσήμανε την ιδιοφυή επίλυση των διοικητικών προβλημάτων από τον ΟΓΑ και τόνισε ότι «το πρόγραμμα αυτό θα άξιζε να τύχει σημαντικού ενδιαφέροντος από άλλες χώρες, που επιζητούν να παράσχουν οικονομική ασφάλεια στους αγροτικούς πληθυσμούς».

Ηταν η εποχή που το ελληνικό κράτος μπορούσε, χάρις σε μία αναμορφωμένη και αποτελεσματική οικονομική και κοινωνική διοίκηση, να αποτελεί υπόδειγμα εισαγωγής ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων.

http://www.kathimerini.gr/837085/article/epikairothta/ellada/agrotikh-koinwnikh-asfalish

02 November 2015

Είναι κάθε πρωτοβάθμιο γνωστικό πεδίο κτήμα της αντίστοιχης ιατρικής ειδικότητας;


Αντιγράφω, μετά από άδειά του, κείμενο του Γενικού Ιατρού Nikolas Georgiannos στις 31/10/2015 στο facebook στην ομάδα "ΓΕΝΙΚΟΙ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ - Ελεύθερο Βήμα":

Διαβάζω σε ομάδα σχόλιο συναδέλφου πνευμονολόγου
"Αν οι γενικοί ιατροί επιθυμούν ν' ασχοληθούν με πνευμονολογικά ζητήματα, οφείλουν να εντάξουν στην ειδικότητά τους την πνευμονολογία..."
Απαντώ μεταξύ άλλων
" φυσικά υπάρχει η πνευμονολογία στην εκπαίδευση των γενικών οικογενειακών ιατρών στην Ελλάδα..."
Με αφορμή λοιπόν το σχόλιο μοιράζομαι σκέψεις... εδώ στη δική μας ομάδα....
Η ιατρική γνώση και τα επιμέρους πεδία της δεν είναι κτήμα καμίας ειδικότητας.... Το νόημα που δίνουμε στις λέξεις επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την κατανόηση και την αποτελεσματική επικοινωνία... Για παράδειγμα λέμε "ουρολογία"ή "πνευμονολογία".. Αν θεωρούμε πως τα επιμέρους αυτά γνωστικά πεδία της ιατρικής τέχνης ταυτίζονται αντίστοιχα και απόλυτα με τα γνωστικά πεδία της αντίστοιχης ειδικότητας πχ. του ουρολόγου ή του πνευμονολόγου τότε έχουμε περάσει ήδη στο πεδίο της στρέβλωσης... Το πρόγραμμα εκπαίδευσης του γενικού οικογενειακού γιατρού εστιάζει σε όλες τις χώρες στο πρωταρχικό (πρωτοβάθμιο όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα) πεδίο του κάθε γνωστικού αντικειμένου ενώ το πρόγραμμα εκπαίδευσης στην αντίστοιχη ειδικότητα στο δευτεροβάθμιο... Σχηματικά λοιπόν ως ειδικός του πρωτοβάθμιου γνωστικού πεδίου πχ των νόσων του αναπνευστικού συστήματος θεωρείται ο γενικός οικογενειακός ιατρός ενώ ως ειδικός του δευτεροβάθμιου γνωστικού πεδίου των νόσων του αναπνευστικού συστήματος ο ειδικός πνευμονολόγος.... Το που τραβιέται η διαχωριστική γραμμή που καθορίζει και τις αντίστοιχες εκπαιδεύσεις καθορίζεται από την οργάνωση του εκάστοτε συστήματος υγείας το οποίο με τη σειρά του οφείλει να οργανώνεται και να μεταβάλλεται σύμφωνα με τις ανάγκες του πληθυσμού και τις δυνατότητες του... Στην Ελλάδα η έλλειψη γενικών οικογενειακών ιατρών σε συνδυασμό με το πλεόνασμα ειδικών άλλων ειδικοτήτων έχει επί χρόνια μεταφέρει αυτή τη διαχωριστική γραμμή προς την πλευρά του πρωτοβάθμιου πεδίου... Αυτό έχει διαμορφώσει την στρεβλή αντίληψη πως το κάθε πρωτοβάθμιο γνωστικό πεδίο είναι κτήμα της αντίστοιχης ιατρικής ειδικότητας η οποία και "αρνείται" πεισματικά να το παραδώσει στην ειδικότητα της γενικής οικογενειακής ιατρικής στην οποία και εξ ορισμού ανήκει...