26 February 2020

Πέθανε o αγαπημένος ηθοποιός Κώστας Βουτσάς.

26-02-2020



Κώστας Βουτσάς- Μετά από μάχη 19 ημερών στην Εντατική του Αττικόν, ο Κώστας Βουτσάς άφησε τα ξημερώματα την τελευταία του πνοή.
Ο Κώστας Βουτσάς άφησε την τελευταία του πνοή στις 04:20 τα ξημερώματα.
Σε ηλικία 88 ετών ύστερα από σύντομη νοσηλεία στο Αττικόν
Πανελλήνια θλίψη για τον χαμό του Κώστα Βουτσά. Ο αγαπημένος ηθοποιός με τον οποίο μεγάλωσαν γενιές και γενιές, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών.
Ο πολυτάλαντος κωμικός τις τελευταίες εβδομάδες είχε εισαχθεί στην καρδιολογική κλινική του νοσοκομείου Αττικόν μετά από καρδιακό επεισόδιο και νοσηλευόταν στη ΜΕΘ με λοίμωξη του αναπνευστικού.
Γοητευτικός, πληθωρικός, στόφα μεγάλου ηθοποιού, ο Κώστας Βουτσάς διέγραψε τεράστια, επιτυχημένη καριέρα 70 ετών. Ήταν από τους σταρ που σημάδεψαν τον ελληνικό κινηματογράφο. Σπουδαίος κωμικός, άφησε ανεξίτηλο στίγμα στο ρόλο του αγαθού Κωνσταντινουπολίτη με «Το Ανθρωπάκι» (1969) ενώ το αυθόρμητο επιφώνημα του «Φσστ μποινγκ», στο μιούζικαλ «Κάτι να καίει» (1964), έγραψε ιστορία στον εγχώριο κινηματογράφο.
Σθεναρός υποστηρικτής του, εξαρχής, υπήρξε ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης, με τον οποίο τον συνέδεε μακρόχρονη φιλία κι εκτίμηση.
Ήταν το 1961, όταν με την εμφάνιση του στον «Κατήφορο» απόκτησε ευρεία αναγνωρισιμότητα για να απογειωθεί στη συνέχεια ως ο απόλυτος πρωταγωνιστής σε ταινίες που έφταναν να κόβουν έως και 650 χιλιάδες εισιτήρια την δεκαετία 60 και 70. Κι ήταν το 1984 που ο νέος ελληνικός κινηματογράφος βρήκε στο πρόσωπο του Κώστα Βουτσά τον ιδανικό ερμηνευτή που θα ενσάρκωνε τα όνειρα και τις επιθυμίες ενός καθημερινού ανθρώπου(«Ο έρωτας του Οδυσσέα», του Βασίλη Βαφέα ).
Ο Κώστας Βουτσάς (Σαββόπουλος ήταν το οικογενειακό του όνομα) γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1931 στην Αθήνα, σε προσφυγική οικογένεια με καταγωγή από τους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, που σήμερα ανήκουν στο έδαφος της Τουρκίας.Μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένεια του. Ο πατέρας του εργάστηκε ως εργάτης οδοποιΐας κι ο μικρός Κώστας επινόησε διάφορες δουλειές του ποδαριού για επιβίωση. Στα χρόνια της Κατοχής μοίραζε προκηρύξεις στους κινηματογράφους μαζί με άλλα «Αετόπουλα» της ΕΠΟΝ.
Μετά τον πόλεμο, ασχολήθηκε με διάφορες μορφές αθλητισμού, όπως στίβο, κωπηλασία, βόλεϊ και μπάσκετ. Η πρώτη του θεατρική εμπειρία, όπως έχει πει, ήταν στα σχολικά του χρόνια όταν ο προπονητής του τον είχε στείλει για προπόνηση στη Μηχανιώνα κι έλαβε μέρος στην παράσταση της καστασκήνωσης. Έκανε ένα αρνητικό σχόλιο για το παιδί που υποδύονταν τον μεθυσμένο κι όταν ο υπεύθυνος του θεατρικού τον προκάλεσε αν μπορεί να το κάνει καλύτερα βρέθηκε τελικά με τον ρόλο.
Σε ηλικία 18 ετών σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, συμμετείχε σε επιθεωρήσεις στο Στρατιωτικό Θέατρο Θεσσαλονίκης κι αφού περιπλανήθηκε με τα μπουλούκια δύο χρόνια σε χωριά και κωμοπόλεις της Μακεδονίας « η Καλή Καλό (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της θεατρίνας Καλλιόπης Δαμβέργη) τον κατέβασε Αθήνα» έχει πει ο ίδιος. Έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, την οποία τελικά του έδωσαν στην τρίτη προσπάθεια αφού η επιτροπή τον είχε απορρίψει δύο φορές, επειδή δεν «έκανε για ηθοποιός» όπως του είχαν πει.
Η πρώτη ταινία που συμμετείχε, ως κομπάρσος, ήταν στην κωμωδία «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» (1953, του Γιώργου Λαζαρίδη).Ακολούθησε η συμμετοχή του στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Η κυρά μας η μαμή» (1958) με την οποία μπήκε πρώτη φορά στα στούντιο της Φίνος Φιλμ, «Για την αγάπη της βοσκοπούλας» του Φρίξου Ηλιάδη (1959), η «Αλίκη στο Ναυτικό»(1960, Αλέκος Σακελλάριος), «Κατήφορος» (1961, Γιάννης Δαλιανίδης), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1962, Αλέκος Σακελλάριος ) κ.ά. Συνολικά 70 ταινίες,
Στη μικρή οθόνη πρωτοεμφανίστηκε το 1973 στο σίριαλ «Βαριετέ« της τότε ΥΕΝΕΔ.Ε για να ακολουθήσουν πολλές εμφανίσεις σε τηλεοπτικές σειρές όπως «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του», «Για μια θέση στον ήλιο», «Γιούγκερμαν», «Δέκα Μικροί Μήτσοι»,«Επτά θανάσιμες πεθερές», «Η πολυκατοικία» κ.ά.
Ο Κώστας Βουτσάς έχει τρεις κόρες- τη Σάντρα από τον γάμο του με την Έρρικα Μπρόγιερ, την ηθοποιό Θεοδώρα και τη Νικολέττα από τον γάμο του με την Θεανώ Παπασπύρου και έναν γιό, τον τετράχρονο Φοίβο, από τον γάμο του το 2016 με την ηθοποιό Αλίκη Κατσαβού.
Παρέμεινε ενεργός και δραστήριος μέχρι τέλους, απολαμβάνοντας την αγάπη του κόσμου που παρέμεινε πιστό σε όλες του τις παραστάσεις, με πιο πρόσφατες την «Σμύρνη μου αγαπημένη» της Μιμής Ντενίση έως την τελευταία, την παιδική «Σταχτοπούτα» του Σαρλ Περώ, στο θέατρο Broadway.

12 February 2020

Μια περιγραφή της ειδικότητάς μου μέσα σε 22 δευτερόλεπτα.

Είμαι Γενικός - Οικογενειακός Ιατρός.

Εξετάζω όλες τις παθήσεις, σε όλες τις ηλικίες και στο 90% των περιπτώσεων τις θεραπεύω μόνος μου.

Έτσι σε γλυτώνω από το να γίνεσαι μπαλάκι μεταξύ των διαφόρων ειδικοτήτων.

08 February 2020

Ταβέρνα " Η Γωνιά", Γρανίτης Δράμας.

Σήμερα βρεθήκαμε στον Γρανίτη Δράμας. Κατά τύχη βρεθήκαμε να τρώμε μεσημεριανό στην Ταβέρνα "Η Γωνιά" απέναντι από την βρύση του χωριού πάνω στον κεντρικό δρόμο.

Το ευχαριστήθηκα.

Η ιδιοκτήτρια που ήταν ταυτόχρονα και μαγείρισσα και γκαρσόνα ήταν διακριτική, ήρεμη και ταυτόχρονα γνήσια και ανθρώπινη. Με την βοήθεια μιας φίλης της μας εξυπηρέτησε σε χρόνο dT.

Τα φαγητά καθαρά, πεντανόστιμα με σπιτική γεύση.

Ο χώρος δεν είχε τίποτε το επιτηδευμένο αλλά η αναμμένη ξυλόσομπα, μου έφερε μνήμες από άλλες εποχές.

Η τιμή πολύ λογική.

04 February 2020

Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τους « ειδικούς » Ιατρούς στην Ελλάδα.






04 Φεβρουαρίου 2020.


Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τους « ειδικούς » Ιατρούς στην Ελλάδα είναι ότι δεν έχουν αρκετά ευρύ πεδίο αναφοράς σχετικά με το τι είναι φυσιολογικό, τι είναι βαριά άρρωστο, και το τι είναι στην γκρίζα ζώνη μεταξύ φυσιολογικού και βαριά άρρωστου. Έτσι δυσκολεύονται να αξιολογήσουν τα συμπτώματα ενός ασθενούς στη σωστή τους βάση. 

Εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά μέσα σε Νοσοκομεία και δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι έξω στην κοινότητα οι άνθρωποι που επισκέπτονται την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας κινούνται συχνά σε μία γκρίζα ζώνη μεταξύ υγιούς και άρρωστου και δεν χρειάζεται να τους πλακώνεις με φάρμακα που ακόμη και σε Νοσοκομειακό περιβάλλον, στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη θα ξένιζαν. 

Λόγω επίσης του ότι εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά σε Νοσοκομειακό περιβάλλον δεν έχουν σχεδόν καθόλου εμπειρία του να κάνουν follow up τον ασθενή και επίσης έχουν πολύ κακή γνώση της φυσικής εξέλιξης των νόσων (οι οποίες συχνά αυτοϊούνται). 

Επίσης δεν έχουν και μεγάλη συναίσθηση των παρενεργειών που μπορεί να πάθουν οι ασθενείς από τα διάφορα φάρμακα μια και στο Νοσοκομείο, ως ειδικευόμενοι, σπάνια ξαναβλέπαν τους ασθενείς τους. 

Αν σε αυτό προσθέσουμε και το ότι εκπαιδεύτηκαν, στην πλειοψηφία τους, λειψά (στραβά θα έλεγα) από παλαιότερους τους συναδέλφους δένει το γλυκό.

Θα μου πεις οι Γενικοί Ιατροί είμαστε καλύτεροι; Όχι βέβαια. Άλλωστε και εμείς από τέτοιους « ειδικούς » εκπαιδευτήκαμε. Απλά εμείς αναγκαστήκαμε να τριφτούμε περισσότερο μέσα στην Κοινότητα και αναγκαστήκαμε να εντρυφήσουμε περισσότερο στην γκρίζα ζώνη μεταξύ φυσιολογικού και βαριά άρρωστου στην προσπάθειά μας να ξεχωρίσουμε ποιον θα κρατήσουμε στο Ιατρείο / Κέντρο Υγείας και ποιον θα το στείλουμε παραπέρα στο Νοσοκομείο (που είναι και ένας από τους βασικούς ρόλους ενός Γενικού Ιατρού).


Αργύρης Αργυρίου
Γενικός - Οικογενειακός Ιατρός
Καβάλα.
https://gr.linkedin.com/in/argiriosargiriou