Καθημερινή, 19/02/2023
Του Ανδρέα Δρυμιώτη.
Είναι γεγονός ότι τα ερεθίσματα
για τα κείμενά μου προέρχονται από την καθημερινότητα. Ετσι και σήμερα θα
ξεκινήσω με ένα περιστατικό που μου συνέβη. Προκαταβολικά σας λέω ότι πολλοί
από σας θα διαφωνήσετε με τις απόψεις μου, αλλά αυτό δεν με εμποδίζει να τις
υποστηρίζω με σθένος και επιχειρήματα.Πριν από μερικούς μήνες η σύζυγος κι εγώ,
μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι, τρώγαμε σε ένα ακριβό εστιατόριο του κέντρου. Το
φαγητό εξαιρετικό και η παρέα καλή. Κρεατικά φάγαμε και στο δικό μου πιάτο
περίσσεψαν μερικά κομμάτια, που ζήτησα να μου τα βάλουν σε μια σακούλα για να
τα πάω στον σκύλο μου. Είναι γεγονός ότι το γκαρσόνι με ενημέρωσε ότι η
υπηρεσία αυτή χρεώνεται με 3 ευρώ και αποδέχθηκα τη χρέωση. Πράγματι μου έφεραν
μια εξαιρετικά περιποιημένη τσάντα και μια οικολογική συσκευασία με τα
υπολείμματα.
Οπως καταλαβαίνετε, οι
υπόλοιποι τρεις της παρέας ήταν έξαλλοι. Γύφτους τους ανέβαζαν, καρμίρηδες τους
κατέβαζαν. Σε έναν λογαριασμό εκατοντάδων ευρώ, η χρέωση των 3 ευρώ φαινόταν
παράλογη. Εγώ είχα αντίθετη άποψη και την υποστήριζα με ένταση. Το σκεπτικό μου
είναι πολύ απλό. Η τσάντα και η συσκευασία έχουν κάποιο κόστος. Αν το κόστος
αυτό δεν επιβαρύνει τον αποδέκτη της υπηρεσίας, τότε θα προστεθεί στα γενικά
έξοδα της επιχείρησης (ενοίκιο, ΔΕΗ, μισθοδοσία κ.ά.) και θα επιβαρύνει όλους
τους πελάτες του εστιατορίου, έστω κι αν αυτοί δεν χρησιμοποίησαν την υπηρεσία.
Δεν έπεισα κανέναν.
Γιατί όµως; Γιατί στην Ελλάδα
έχουμε εκπαιδευθεί να μη λογαριάζουμε το κόστος μιας υπηρεσίας. Είναι ένα θέμα
που το έχω αναδείξει πολλές φορές, το οποίο είχα σαν απαράβατη αρχή στην
επαγγελματική μου δραστηριότητα. Ελάτε να δούμε ένα παράδειγμα που ταλάνισε την
Ελλάδα πολύ πρόσφατα. Τα διόδια. Δημιουργήθηκε κίνημα «Δεν πληρώνω» με την
υποστήριξη πολιτικών προσώπων και κομμάτων. Ακόμη και η πρώην πρόεδρος της
Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, έκανε μια μεγάλη διαδρομή και δεν πλήρωσε τα
διόδια για να συμβάλει στο κίνημα του «Δεν πληρώνω». Τι θα συμβεί όμως αν δεν
πληρώνουμε διόδια; Είτε οι δρόμοι θα μείνουν ασυντήρητοι και στο τέλος θα
καταστραφούν είτε τα έξοδα του παραχωρησιούχου θα τα καταβάλει το κράτος και θα
τα επιβαρυνθούν όλοι οι φορολογούμενοι, ανεξάρτητα από τη χρήση του
συγκεκριμένου δρόμου. Πόσο δίκαιο είναι αυτό; Είμαι βέβαιος ότι κάποιος θα
ισχυριστεί ότι το παράδειγμα δεν είναι καλό, γιατί τα διόδια είναι η κύρια
υπηρεσία ενώ η τσάντα δεν αφορά την κύρια δραστηριότητα. Συμφωνώ απολύτως.
Αλλά.
Πάµε παρακάτω. Θυμάστε τη
φασαρία που έγινε πριν από μερικά χρόνια όταν άρχισαν να χρεώνονται οι
πλαστικές σακούλες; Ακριβώς τα ίδια. Οσο οι πλαστικές σακούλες ήταν δωρεάν,
γινόταν τρομακτική σπατάλη. Σαν χώρα είμαστε στην τέταρτη θέση κατανάλωσης
πλαστικής σακούλας στην Ευρώπη. Η κατά κεφαλή κατανάλωση ήταν 242 σακούλες ανά
έτος («Κ» 22.1.2018), ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 175 σακούλες και οι δύο
καλύτερες χώρες, Δανία και Φινλανδία, είχαν μόλις 4 σακούλες κατά κεφαλή
ετησίως! Η επιβολή του τέλους, παρά το γεγονός ότι επιβλήθηκε για
περιβαλλοντικούς λόγους, πέτυχε τον δραστικό περιορισμό στη χρήση,
αποδεικνύοντας ότι το δωρεάν ποτέ δεν εκτιμάται.
Ελάτε, όµως, να δούμε μια άλλη
κραυγαλέα περίπτωση, η οποία είμαι απολύτως βέβαιος ότι ποτέ δεν σας
προβλημάτισε. Από την 1.1.2018 τα εστιατόρια είναι υποχρεωμένα να προσφέρουν
και να χρεώνουν το λάδι σε ατομικές συσκευασίες. Πάλι διαμαρτυρηθήκαμε γιατί
έτσι έχουμε μάθει. Το μέτρο καθιερώθηκε, παρά τις διαμαρτυρίες όλων των
εμπλεκομένων. Δεν έχω στατιστικά στοιχεία για το θέμα, αλλά θυμόμουνα ότι σε
μια πολύ γνωστή ψαροταβέρνα στην Αντίπαρο, ο ιδιοκτήτης μου είπε ότι σε μια
σεζόν με τη νέα μέθοδο εξοικονόμησαν 700 κιλά λάδι! Τώρα που γράφω για το θέμα,
η ποσότητα μου φάνηκε υπερβολική και τηλεφώνησα στον ιδιοκτήτη, ο οποίος μου το
επιβεβαίωσε ξανά.
Σκεφτείτε τι συνέβαινε. Οσο το
λάδι ήταν σε ένα μεγάλο μπουκάλι, γινόταν απίστευτη σπατάλη. Ο καθένας έβαζε
όσο ήθελε στη σαλάτα του και στο τέλος όλο αυτό το πολύτιμο λάδι πήγαινε στα
σκουπίδια. Οταν όμως άρχισε να χρεώνεται, οι πελάτες έκαναν λελογισμένη χρήση.
Υπάρχει γενικότερη τάση στα
εστιατόρια, ώστε η κάθε υπηρεσία να χρεώνεται ξεχωριστά. Λέγεται unbundling και
εδώ και χρόνια έχει εφαρμοστεί σε πολλές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, υπάρχουν
εστιατόρια στην Αθήνα που χρεώνουν τις διάφορες σάλτσες ή ακόμη και τα
συνοδευτικά χωριστά. Προσωπικά, πιστεύω ότι η τάση αυτή θα επικρατήσει, ώστε ο
κάθε ένας να χρεώνεται αυτό που παίρνει.
Οπως άρχισα, έτσι θέλω και να
τελειώσω. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, ένας πολύ γνωστός Ελληνας
επιχειρηματίας (της εποχής εκείνης) παρέθετε δείπνο, με σημαντικούς
καλεσμένους, σε ένα από τα καλύτερα και ακριβότερα εστιατόρια της Γενεύης. Οταν
ήλθε ο λογαριασμός, τον εξέτασε προσεκτικά, όπως συνήθιζε. Διαπίστωσε ότι
υπήρχε μια χρέωση 10 λεπτών και ζήτησε από τον maitre να του εξηγήσει τι ήταν
αυτή η χρέωση. Ο maitre του απάντησε αμέσως και με απόλυτη φυσικότητα, ότι αυτή
ήταν η χρέωση για το σπρέι που χρησιμοποιήθηκε για να αφαιρέσουν έναν λεκέ από
κάποιον καλεσμένο του. Την ιστορία αυτή τη λέγανε για να αναδείξουν τη
σχολαστικότητα του επιχειρηματία, αλλά εγώ θεωρώ ότι περιείχε ένα πολύ
σημαντικό δίδαγμα: την Αρχή της Ανταποδοτικότητας των υπηρεσιών.
Στην Ελλάδα θα λέγαμε, «έλα
μωρέ, είναι δυνατόν σε ένα τόσο ακριβό εστιατόριο να χρεώσουν το σπρέι για τον
λεκέ;». Και όμως αυτό είναι το σωστό. Να χρεώνεται κάθε υπηρεσία που παρέχεται
ξεχωριστά. Αν υποθέσουμε ότι το εστιατόριο δεν χρέωνε τα 10 centimes για κάθε
χρήση, το κόστος της αγοράς του σπρέι θα έμπαινε στα γενικά έξοδα και θα
διαμόρφωνε προς τα πάνω (έστω και πολύ λίγο) τις τιμές των φαγητών. Δηλαδή την
υπηρεσία αυτή θα την πλήρωναν και οι υπόλοιποι πελάτες που δεν έκαναν χρήση του
σπρέι. Αυτά φυσικά συνέβαιναν στην Ελβετία και η χώρα αυτή προοδεύει, ενώ εμείς
είτε μένουμε στάσιμοι είτε οπισθοδρομούμε.
Αν θέλουµε να δούμε το πώς
εξελίχθηκε η μία χώρα σε σχέση με την άλλη, δεν έχουμε παρά να εξετάσουμε την
ισοτιμία ελβετικού φράγκου και δραχμής. Τότε, το ένα ελβετικό φράγκο
αντιστοιχούσε σε 7 δραχμές. Με την ισοτιμία της δραχμής που μπήκαμε στο Ευρώ,
ένα ελβετικό φράγκο θα αντιστοιχούσε σήμερα σε 284 δραχμές (σαράντα φορές
πάνω)! Αν μάλιστα δεν είμαστε στο Ευρώ, τότε δεν γνωρίζω ποια θα ήταν η
αντιστοιχία. Βλέπετε πού οδηγεί ο ορθολογισμός.
Σκόπιµα άφησα την Ελβετία για
το τέλος. Θέλω να επισημάνω άλλη μια χαρακτηριστική περίπτωση
ανταποδοτικότητας, που εμείς εδώ δεν θα θέλαμε ούτε να την ακούσουμε. Σε
ορισμένα καντόνια της Ελβετίας, οι κάτοικοι πληρώνουν φόρο ανάλογα με το
μέγεθος των… σκουπιδιών τους. Ο φόρος προκαταβάλλεται με την αγορά της σακούλας
σκουπιδιών και είναι ανάλογος με τη χωρητικότητα της σακούλας. Για παράδειγμα
στο Valais, ο φόρος είναι αρκετά υψηλός: για 17 λίτρα – 0,95 φράγκα, 35 Lt –
1,90 φράγκα, 60 Lt – 3,40 και 110 Lt – 6,20. (σημ.: 1 φράγκο = 1,0022 euro).
Εχεις πολλά σκουπίδια, πληρώνεις ανάλογα. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι έτσι
οι Ελβετοί υποχρεώνονται να ανακυκλώνουν τα περισσότερα υλικά για να μην
επιβαρύνονται με τα σκουπίδια. Βλέπετε ότι με την ανταποδοτικότητα των
υπηρεσιών εξορθολογίζονται παράλληλα και οι διαδικασίες.
Στην Ελλάδα έχουμε πραγματικό
πρόβλημα με το θέμα της ανταποδοτικότητας, γιατί κανένας δεν προσπάθησε να
εκπαιδεύσει τον κόσμο στην έννοια αυτή. Ελα μωρέ, ποιος ασχολείται με
πενταροδεκάρες; Και έτσι οι πενταροδεκάρες γίνονται χιλιάδες και εκατομμύρια,
ώστε με την πάροδο του χρόνου… πτωχεύουμε.
Υ.Γ. Πριν από χρόνια
επισκέφθηκα το κέντρο πληροφορικής της ελβετικής τράπεζας UBS. Εμαθα πολλά
πράγματα για τη λειτουργία της τράπεζας. Ενα όμως με εντυπωσίασε. Οι πελάτες
μπορούσαν να καθορίσουν τα χαρακτηριστικά της αλληλογραφίας που λάμβαναν από
την τράπεζα. Μέγεθος και χρώμα φακέλου, αλλά και πόσα ακριβώς γραμματόσημα θα
είχε ο φάκελος (όχι στην αξία, αλλά στο πλήθος), ώστε να είναι αναγνωρίσιμος
(από τον παραλήπτη) χωρίς να αναγράφεται ο αποστολέας. Ολα αυτά με τις ανάλογες
χρεώσεις. Ετσι βγαίνουν τα χρήματα. Ο,τι θέλεις το έχεις, αλλά πληρώνεις.
Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι
σύμβουλος επιχειρήσεων.
https://www.kathimerini.gr/opinion/562285903/poios-prepei-na-plironei-to-kostos-mias-ypiresias/
No comments:
Post a Comment